- εύμολπος
- Μυθολογικό πρόσωπο. Θεωρείται ο ιδρυτής των Ελευσίνιων μυστηρίων. Σύμφωνα με τη μυθολογία, η Χιόνη, κόρη του Βορέα, θεού του ομώνυμου ανέμου, απέκτησε από τον Ποσειδώνα τον Ε. Επειδή όμως φοβήθηκε να το αποκαλύψει στον πατέρα της, πέταξε το παιδί στη θάλασσα. Ο Ποσειδώνας όμως έσωσε το μωρό και το έδωσε σε μία από τις κόρες του, στην Αιθιοπία, να το αναθρέψει. Όταν μεγάλωσε ο Ε., κατέφυγε στη Θράκη, στον βασιλιά Τεγγύριο, και από εκεί στην Ελευσίνα. Μετά τον θάνατο του Τεγγύριου, επέστρεψε στη Θράκη ως βασιλιάς. Όταν ξέσπασε ο πόλεμος μεταξύ Αθήνας και Ελευσίνας, οι Ελευσίνιοι ζήτησαν τη βοήθεια του Ε. Αυτός, επικεφαλής φυλών του βορρά, εισέβαλε στην Αττική, με την πρόφαση ότι η χώρα ανήκε στον πατέρα του, Ποσειδώνα. Στον πόλεμο σκοτώθηκε και, σύμφωνα με τον ιστορικό Παυσανία, τον θάνατό του εκδικήθηκε ο ίδιος ο Ποσειδώνας. Μετά τη μάχη οι Ελευσίνιοι υποτάχθηκαν στους Αθηναίους, με τον όρο να γιορτάζουν τα μυστήρια. Αυτό έγινε γιατί σύμφωνα με τη μυθολογία, ο Ε. ήταν ένας από τους αρχηγούς της Ελευσίνας, στον οποίο η ίδια η θεά Δήμητρα είχε διδάξει τις ιερές τελετές. Η θρακική όμως καταγωγή του ιδρυτή των Ελευσίνιων μυστηρίων δημιούργησε δυσκολίες, γιατί είναι αδύνατον ένας ξένος να θεωρηθεί ιδρυτής των μυστηρίων. Έτσι πλάστηκε ο μύθος ότι άλλος είναι ο ιδρυτής των μυστηρίων και ο αρχηγός του γένους των Ευμολπιδών. Είναι πιθανόν, ο Ε., που σημαίνει καλός τραγουδιστής, να ήταν ένα επίθετο, ένας τελετουργικός χαρακτηρισμός που έπαιρνε ο ιερέας των Ελευσίνιων μυστηρίων μαζί με το αξίωμά του. Ο Παυσανίας αναφέρει ότι ο Ε. και ο γιος του, Ίσμαρος, τάφηκαν στην Αθήνα. Αναφέρεται όμως και στην Ελευσίνα τάφος του Ε. Σύμφωνα με την παράδοση, ο Ε. εξάγνισε τον Ηρακλή από τον φόνο των Κενταύρων. Επίσης, τον έμαθε να τραγουδά και να παίζει κιθάρα στη γιορτή της Δήμητρας. Παράλληλα, στον Ε. αποδίδεται η εφεύρεση της καλλιέργειας του αμπελιού και των δέντρων.
* * *εὔμολπος, -ον (Α)1. αυτός που τραγουδάει γλυκά και μελωδικά2. αυτός που τραγουδιέται μελωδικά, ο γεμάτος αρμονία3. και ως κύριο όνομα Εὔμολπος.[ΕΤΥΜΟΛ. < ευ + μολπή (< μέλπω)].
Dictionary of Greek. 2013.